ΒΑΣ! ΒΑΣ! ΒΑΣ! Ο ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΣ!
Πλάκα πλάκα, με το λέγε λέγε και το παίξε παίξε, η Αννίτα Πάνια έγινε αρχηγός σε ένα πολιτιστικό πραξικόπημα. Συνταγή δεν υπήρξε. Πρότυπο ούτε γι’ αστείο. Οι καλές σκέψεις γεννήθηκαν σιγά σιγά, οι άνθρωποι βρέθηκαν καθ’ οδόν και το μανιφέστο - που δεν γράφτηκε – αποτυπώθηκε πάνω σε φάτσες και φερσίματα ατόμων που ξεπήδησαν από τα κάτεργα της πόλης. Η ανθρωπολογική πανίδα της εκπομπής –ποιος το αρνείται;- αποτελεί το πρώτο και ισχυρό δεδομένο. Δεν δεχόμαστε κανέναν κανονικό άνθρωπο, απλώς διότι δεν μας αφορά. Απεναντίας απλώνουμε χαλί σε κάθε στραβοτιμονιά, είτε έγινε από την φύση είτε έγινε από την κοινωνία. Το στρεβλό και το παράταιρο έχουν δικαίωμα ζωής, άσχετο αν η μανία της αρμονίας τα έχει εξορίσει διά παντός. Η νέα αισθητική ξεκινά από το κουσούρι· όποιος υστερεί σε κάτι αυτομάτως υπερέχει. Το λίγο μυαλό ισοδυναμεί με ανεκμετάλλευτη ευφυΐα. Η κακοφωνία αποδεικνύεται καλλικέλαδη, αρκεί να άδει σε ανάλογο σκηνικό. Φυσικά δεν έχουμε να κάνουμε με επίδειξη τραγουδιού. Το όλο θέαμα κρατάει το νόημα. Ο ξενέρωτος θεατής βλέπει ξαφνικά τους ξορκισμένους εφιάλτες του να παρελαύνουν –επιτέλους- με άδεια κυκλοφορίας. Ένας ανεξέλεγκτος θίασος ποικιλιών με μέλη που μπορεί να είναι απορρίμματα της κοινωνίας ή τρόφιμοι κλινικής ανιάτων τελεί μια μαύρη γιορτή που προκαλεί τρελό ενθουσιασμό στο νεανικό του κοινό.
Τελειώσαμε; Μόλις αρχίσαμε. Διότι πλαγίως αυτό το ραβαΐσι έχει σοβαρό μπούσουλα, ο οποίος δείχνει ευθέως το σημερινό τραγούδι και το χάλι του. Οι σουξεδιάρες τραγουδίστριες, οι λαοπρόβλητοι τραγουδιστές (τα ονόματα είναι πασίγνωστα), πιθανώς να νιώσουν ότι τους ζώνουν τα φίδια, βλέποντας την καρικατούρα τους να κάνει παιχνίδι και κυρίως να κόβει μονέδα. Το κρατούμενο είναι πρώτο και ισχυρό: τα σιντάκια του «Je t’ aime» σπάνε ταμεία –καθώς λένε- και έχουν λανσάρει μόδα μεταξύ μπαρόβιων και τραγουδόβιων. Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι, η φοβερή Τσίλα, η κυρία Ελισάβετ με το ερώτημα για τον Βάγκνερ και τον Πουτσίνι, ο Βεντουράς, ο Κάτμαν και ο Βας Βας βέβαια απολαμβάνουν το ακαταλόγιστο με έναν τρόπο που κινδυνεύει να αποβεί στάτους. Η χοντρή πρόγκα απαγορεύεται για ευνόητους λόγους στον δημόσιο βίο μας· η ονομαστική καταγγελία έχει ατονήσει και αυτή, γιατί οδηγεί απευθείας στα δικαστήρια. Εντούτοις η καρικατουρίστικη υπονόμευση πετυχαίνει πολύ περισσότερα απ’ ο,τι φαντάστηκε. Βάζοντας φωτιά στο έπιπλο, τα αστέρια της Πάνια αφήνουν διάχυτη στον αέρα την σκέψη μήπως ήρθε η στιγμή να ξηλωθεί κανονικά η γελοία φόδρα του ντόπιου δημόσιου βίου.
Το περίεργο είναι ότι κάθε τομέας του νεοελληνικού βίου έχει ανάγκη τον Παρασκευά του. Ο νεοέλληνας καλόμαθε στην κακοήθεια και δεν αφήνει το ψητό. Ο αυτοέλεγχος, δύσκολη υπόθεση με πολλά έξοδα, έχει υποκατασταθεί από μια κραυγαλέα κακοδιαχείριση του εγώ. Το κουλτουροκατιναριό, η κιτσαρία, η ανεύθυνη επίταση κάθε λογής παρεκκλίνουσας παραφοράς, ένα κοινωνικό σώμα που αρνείται μανιωδώς το τσεκ απ, απέβησαν δεσπόζουσα κατάσταση. Το δάσος, όπως ξέρουμε, καίγεται από τα ξύλα του και η κοινωνία χαλάει από τα ίδια της τα μέλη. Οι μεταχουντικές δεκαετίες, ανάμεσα στα άλλα, ευτέλισαν τον τηλεοπτικό δημόσιο βίο με λογής λογής μηχανές που βγάζουν λεφτά, αλλά καταπίνουν και ανθρώπους. Η εξαχρείωση έχει πολλά πρόσωπα πιθανώς επειδή στερείται «προσώπου». Βας Βας, λοιπόν, για όλους και για τον καθένα. Αυτό που απομένει είναι να συγκροτηθεί ένας σύλλογος από τους Βας Βας της Βουλής, της Εκκλησίας, των δελτίων ειδήσεων, της εκπαίδευσης, του επιχειρησιακού κόσμου και έπεται συνέχεια.
Υπογραφή "Του Κωστή Παπαγιώργη"
******************************************************************************