Ο ΧΑΡΙΤΩΜΕΝΟΣ κ. ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ
(Click To Enlarge)
Κάποιοι λένε ότι υπάρχει ένα όριο στην ξεφτίλα. Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι σωστό. Η ξεφτίλα είναι ξεφτίλα.
Δεν μπορεί να είσαι ολίγον ή πολύ ξεφτιλισμένος, όπως δεν μπορεί να είσαι και ολίγον ή πολύ έγκυος. Ας μην προσπαθεί λοιπόν η κυβέρνηση και ο κατά τα άλλα χαριτωμένος υπουργός Μεταφορών να μας πείσουν ότι δεν ξεβρακώθηκαν από τους βυτιοφορείς και τους φορτηγατζήδες.
Ο εκβιασμός τους πέρασε. Και δεν ήταν εκβιασμός στην κυβέρνηση, αλλά στην κοινωνία. Μια χούφτα, μια κάστα ιδιοκτητών φορτηγών δημοσίας χρήσεως μάς ταλαιπώρησαν αφόρητα για πολλές μέρες. Δεν ήταν εργαζόμενοι αυτοί που απήργησαν, ήταν κάποια σωματεία ενός κλειστού επαγγέλματος που απαίτησαν από την κυβέρνηση χαριστικές ρυθμίσεις, στη βάση τους παράνομες και παράλογες.
Και η κυβέρνηση, αντί να τους τιμωρήσει, αντί να τους συντρίψει, αντί να τους τσακίσει, υποχώρησε και ενέδωσε στις αξιώσεις τους. Και διάλεξε τον χειρότερο τρόπο να το κάνει. Τους έδωσε το ελεύθερο να κυκλοφορούν την Παρασκευή, μέσα στα τούνελ όλες τις μέρες και μια ώρα νωρίτερα, απ’ ό,τι σήμερα, την Κυριακή στις εθνικές οδούς από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο. Αντάλλαξε την ασφάλεια των πολιτών με τις αυξήσεις στα κόμιστρα. Τους πρόσφερε βορά τη ζωή μας για να λύσουν την απεργία τους. Ανάμεσα στον θάνατο και τα χρήματα, προτίμησε τον θάνατο. Γιατί αυτό που έκανε όντως ισοδυναμεί με θάνατο πολλών συνανθρώπων μας τις Παρασκευές, όταν έχουμε τις μεγάλες εξόδους στις εθνικές οδούς.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: το 25% των δυστυχημάτων στις εθνικές οδούς είναι αποτέλεσμα συγκρούσεων ή εκτροπής φορτηγών. Τα πολύνεκρα δυστυχήματα την τελευταία δεκαετία στη χώρα μας έγιναν Παρασκευή, όταν παρατηρείται αύξηση της κυκλοφορίας στις εθνικές οδούς. Οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων φεύγουν για να ξεκουραστούν, να ηρεμήσουν, να ξεσκάσουν και στους δρόμους τούς έχει στημένο καρτέρι ο Χάρος. Και πρώτα απ’ όλους αυτός που παραμονεύει στις μεγάλες ρόδες των φορτηγών.
Όταν είχαν θεσπιστεί οι σχετικές απαγορεύσεις, αυτές δεν έγιναν έτσι, στον βρόντο. Ήταν αποτέλεσμα μελέτης. Επεβλήθησαν κάτω από την κατακραυγή της κοινωνίας για τα πολύνεκρα δυστυχήματα όπως αυτά στον Μαλιακό, στα Τέμπη με τους 21 νεκρούς μαθητές και άλλα. Εξάλλου, οι απαγορεύσεις δεν είναι ελληνική πατέντα. Ισχύουν σε πολλές χώρες της Ευρώπης. Επιβάλλονται για λόγους ασφαλείας.
Είναι εξοργιστικό λοιπόν που η κυβέρνηση προτίμησε να κλείσει άρον άρον έναν συμβιβασμό με τους ιδιοκτήτες φορτηγών, βγάζοντας από το πρώτο πλάνο τη ζωή των πολιτών. Κι ας δήλωνε 24 ώρες νωρίτερα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ότι «δεν υπάρχει ούτε στη σκέψη κάποιου από την κυβέρνηση να μπει σε δεύτερο πλάνο η οδική ασφάλεια των πολιτών». Απεδείχθη ότι όχι μόνο σκέψη υπήρχε, αλλά και έγινε απόφαση.
Ο συμβιβασμός όμως της κυβέρνησης δεν περιγράφει απλώς την ξεφτίλα των μελών της και την ψοφοδεή συμπεριφορά τους, αλλά θέτει και ένα μείζον ερώτημα. Αν αύριο, κάποια Παρασκευή του Οκτωβρίου, του Δεκεμβρίου, του Μαρτίου εξαιτίας κάποιας σύγκρουσης με φορτηγό σημειωθεί κάποιο δυστύχημα, ποιος θα ευθύνεται; Δεν θα ευθύνεται και αυτός που έλαβε την απόφαση να επιτρέψει την κυκλοφορία των φορτηγών; Και δεν εννοούμε την ηθική ευθύνη -γιατί, όπως έχει αποδειχθεί, οι άνθρωποι της εξουσίας είναι χοντρόπετσοι- αλλά και την αστική, για να μην πούμε την ποινική. Δεν θα πρέπει να επέχει ευθύνης καταβολής αποζημίωσης το κράτος; Ουσιαστικά μ’ αυτή την απόφαση δεν καθίσταται και οιονεί αυτουργός των όποιων δυστυχημάτων ήθελε συμβούν και στα οποία θα εμπλέκονται φορτηγά;
Μήπως θα έπρεπε από τώρα, δεν ξέρω με ποιον τρόπο, να τον βρούμε, να καταστήσουμε υπεύθυνους για όσα τραγικά ήθελε συμβούν αυτούς που ήραν τις απαγορεύσεις, αφήνοντάς μας, εμάς τους πολίτες, εκτεθειμένους στον κίνδυνο;
Ξέρω, θα μου πείτε ότι νομικά δεν μπορεί να σταθεί μια τέτοια ενέργεια, όμως μπορούμε να επιβάλλουμε την τιμωρία τους. Και αυτή είναι η αποδοκιμασία, η πολιτική και εκλογική. Γιατί οι κυβερνήσεις και τα κόμματα εξουσίας μόνον το λεγόμενο πολιτικό κόστος λαμβάνουν υπ’ όψιν τους. Έστω κι αυτό να κάνουμε, είναι κάτι.
Αν στο πρώτο δυστύχημα που ήθελε συμβεί μαζί με τον νεκρό θάψουμε και τις φωτογραφίες αυτών που πήραν την απόφαση, ίσως το ξανασκεφτούν. Αν, εκτός από τον θρήνο για τις ζωές αυτών που μπορεί να χαθούν, εκστομίσουμε και κατάρες για όσους αποφάσισαν να εκχωρήσουν τη ζωή μας, βάζοντάς τη στη διατίμηση των κομίστρων, ίσως να το ξανασκεφτούν διπλά.
Γιατί τελικά αυτό είναι το πρόβλημα στην Ελλάδα. Ο κάθε υπουργός, ο κάθε πρωθυπουργός, ο κάθε κρατικός αξιωματούχος, αντί να κυβερνά παίρνοντας όταν χρειάζεται γενναίες αποφάσεις, προτιμά να μην πολυσκοτίζεται, να υποκύπτει στους εκβιασμούς, αντί να τους αντιμετωπίζει. Και το κράτος, η κυβέρνηση, η κοινωνία θα βρίσκονται συνεχώς υπό εκβιασμό όταν αφήνουν να υπάρχουν γκρίζες ζώνες στη λειτουργία του πολιτεύματος και της αγοράς. Όταν επιτρέπουν να δημιουργούνται ζώνες αυθαιρεσίας και παρανομίας. Όταν συντηρούν με αποφάσεις ή την ανοχή τους άνομα κυκλώματα.
Η περίπτωση των λεγόμενων κλειστών επαγγελμάτων όπως αυτή των φορτηγών δημοσίας χρήσεως είναι χαρακτηριστική. Δεν θα αναφερθούμε εδώ στα επαγγέλματα που πρέπει να «ανοίξουν», άλλωστε είναι γνωστά, έχουν κατ’ επανάληψιν ειπωθεί και όλοι μας σε κάποια φάση της ζωής και της επαγγελματικής μας δραστηριότητας έχουμε υποστεί τις παρενέργειες και τις στρεβλώσεις που ανακύπτουν από την ύπαρξή τους. Και δεν το κάνουμε συνειδητά. Γιατί κάθε φορά που υπάρχουν γενικεύσεις στο τέλος καταλήγουμε να χάνουμε το δέντρο, που στη συγκεκριμένη στιγμή μάς πληγώνει.
Σήμερα αναφερόμαστε στα φορτηγά δημοσίας χρήσεως, γιατί αυτά είναι στην επικαιρότητα. Αυτά μάς ταλαιπώρησαν. Αυτά η κυβέρνηση έπρεπε αποτελεσματικά να αντιμετωπίσει. Και δεν το έπραξε. Κι αν οι ιδιοκτήτες φορτηγών υποχώρησαν, δεν το έπραξαν από τον φόβο της τιμωρίας τους από την κυβέρνηση -προφανώς οι διαπλοκές που έχουν μαζί της τούς δίνει αυτό το δικαίωμα στην αλαζονεία και την αυθαιρεσία που επιδεικνύουν-, αλλά από τον ορατό κίνδυνο να ξεσπάσει εναντίον τους η λαϊκή οργή.
Αντί λοιπόν να εκμεταλλευτεί τον δικαιολογημένο θυμό και την αγανάκτηση των πολιτών και να αποφασίσει τη μετωπική ρήξη και την απελευθέρωση του επαγγέλματος, προτίμησε τη μερική υποχώρηση και τον συμβιβασμό. Έτσι όμως, θα ξαναβρεί το πρόβλημα μπροστά της. Δεν είναι τυχαίο ότι οι ιδιοκτήτες φορτηγών τής έδωσαν τελεσίγραφο μέχρι τις 24 Οκτωβρίου για να ικανοποιήσει πλήρως τα αιτήματά τους. Αν λοιπόν σε πέντε μήνες δεν υποκύψει πλήρως στις αξιώσεις τους, θα ξαναζήσουμε τις ουρές στα πρατήρια, την ανεξέλεγκτη ακρίβεια από τις ελλείψεις τροφίμων, τη δραματική κατάσταση πολλών και μικρών επιχειρήσεων που δεν έχουν τρόπο να διακινήσουν τα εμπορεύματά τους. Ο κοινωνικός ιστός θα ξαναδεχτεί μια ακόμα μαχαιριά.
Αυτές τις μέρες, ξήλωσαν τον πρώτο πόντο από το πουλόβερ της κοινωνικής συνοχής. Αύριο, απειλούν να μας αφήσουν χωρίς μανίκια. Αν η κυβέρνηση, συνεπικουρούμενη και από τα άλλα κόμματα, δεν αποφασίσει να σπάσει το απόστημα συμφερόντων που υπάρχει στο κλειστό επάγγελμα των φορτηγών δημοσίας χρήσεως -όλοι ξέρουμε με ποιο τρόπο αποκτήθηκαν, δίδονται και εμπορεύονται οι άδειες- αυτό θα μετατραπεί σε νεόπλασμα, που θα «φάει» ολόκληρο το κοινωνικό σώμα.
Εξάλλου, το μόνο που επιτυγχάνεται με τη διαιώνιση της κρίσης είναι η ισχυροποίηση των ολίγων και η δημιουργία μονοπωλιακών καταστάσεων. Οι ισχυροί της βιομηχανίας και του κλάδου διανομών πλήττονται προσώρας. Έχουν όμως την οικονομική ευχέρεια να αντεπεξέλθουν και να βγουν από την κρίση πιο ισχυροί. Αυτοί που καταστρέφονται είναι οι μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες, οι αγρότες και όσοι δεν μπορούν από μόνοι τους να διακινήσουν τα εμπορεύματά τους.
Σαν κατακλείδα, θα αναφέρω το σκεπτικό με το οποίο το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας το 2001 ήθελε να απελευθερώσει το επάγγελμα.
Η απελευθέρωση αναμένεται να οδηγήσει σε ένταση του ανταγωνισμού, μείωση του κόστους μεταφοράς, διεύρυνση των δυνατοτήτων επιλογής των καταναλωτών και των χρηστών, εξάλειψη των αδικαιολόγητων υπεραξιών, αύξηση του μεγέθους της αγοράς των εμπορευματικών μεταφορών και των δημόσιας χρήσης φορτηγών αυτοκινήτων. Η αγορά θα εξακολουθήσει να κυριαρχείται από τους μεμονωμένους μεταφορείς, οι οποίοι θα διαχειρίζονται το δικό τους φορτηγό και -ως εκ τούτου- δεν αναμένεται να δημιουργηθούν μεγάλες εταιρείες, διότι, όπως συνέβη και σε άλλες χώρες, παρά τα κίνητρα που υπήρξαν, οι μεμονωμένοι μεταφορείς δεν έχουν ενταχθεί σε μια μεγάλη εταιρεία, γιατί το φορτηγό αυτοκίνητο αποτελεί μια πλήρη μονάδα εκμετάλλευσης. Αυτό που μπορεί να γίνει είναι ορισμένοι να αποκτήσουν και δεύτερο και τρίτο αυτοκίνητο, πάντοτε όμως στο πλαίσιο οικογενειακών επιχειρήσεων. Ως εκ τούτου, οι κύριες αλλαγές από την απελευθέρωση είναι η ανάπτυξη μεταφορικού έργου από τις διάφορες επιχειρήσεις (από και προς τις αποθήκες τους στο πλαίσιο των logistics), η εξομοίωση των εθνικών με τις διεθνείς άδειες μεταφορέα, καθώς και η κατάργηση του καθορισμού των κομίστρων από το κράτος.
Η κυβέρνηση Σημίτη δεν το έπραξε, παρά τα όσα καλά προέβλεπε ότι θα φέρει η απελευθέρωση του επαγγέλματος. Δεν βρήκε προφανώς το θάρρος να συγκρουστεί ή εμφιλοχώρησαν άλλοι λόγοι. Όπως δεν το πράττει και η σημερινή (νέο) φιλελεύθερη κυβέρνηση.
Περιμένουμε να δούμε ποιος θα το πράξει, όταν μάλιστα όλοι συμφωνούν ότι αυτό θα αποβεί πολλαπλά ωφέλιμο για την οικονομία και τους πολίτες. Εκτός και αν περιμένουμε να μας το επιβάλει και αυτό η Ευρωπαϊκή Ένωση, αφού αντίκειται καταφανέστατα στις κοινοτικές νόρμες.
Ορισμένες φορές είναι καλό που υπάρχουν «βάρβαροι» και ακόμη καλύτερα θα ήταν εάν αυτοί διαβούν όσο το δυνατόν νωρίτερα.
Υπογραφή "Του Νίκου Φελέκη"
******************************************************************************